διανεμήσει

διανεμήσει
διανέμησις
distribution
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
διανεμήσεϊ , διανέμησις
distribution
fem dat sg (epic)
διανέμησις
distribution
fem dat sg (attic ionic)
διανέμω
in D.
fut ind mid 2nd sg
διανέμω
in D.
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αριστοκλής — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ανδριαντοποιός (μέσα 6ου αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Κυδωνία της Κρήτης. Ένα χάλκινο σύμπλεγμά του στην Ολυμπία παρίστανε τον Ηρακλή να μάχεται εναντίον έφιππης Αμαζόνας. 2. Γλύπτης (6ος αι. π.Χ.). Εργάστηκε στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”